-
1 метание
метание с спорт, η βολή, η ρίψη· \метание диска η δισκοβολία* \метание копья о ακοντισμός* \метание молота η σφυροβολία* * *с спорт.η βολή, η ρίψηмета́ние ди́ска — η δισκοβολία
мета́ние копья́ — ο ακοντισμός
мета́ние мо́лота — η σφυροβολία
См. также в других словарях:
σφυροβολία — Αθλητικό αγώνισμα στο οποίο νικητής θεωρείται ο αθλητής εκείνος που θα ρίξει σε μεγαλύτερη απόσταση τη σφύρα. Αποτελεί ένα από τα τέσσερα αγωνίσματα των ρίψεων (τα υπόλοιπα είναι η σφαιροβολία, ο ακοντισμός και η δισκοβολία) και καθιερώθηκε στους … Dictionary of Greek
σφυροβολία — η είδος αγωνίσματος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αθλητισμός — Η επίδοση στα αθλήματα, η εκγύμναση του σώματος. Με μια ειδικότερη έννοια, ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο αθλημάτων, που ξεκινούν από τις φυσικές σωματικές ασκήσεις του ανθρώπου (βάδισμα, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις). Αρχικά, ήταν η συστηματική… … Dictionary of Greek